Λύσεις που βασίζονται στη φύση για τον μετριασμό των πλημμυρών στην Ελλάδα

Οι σφοδρές καταιγίδες που έπληξαν τη Θεσσαλία προκάλεσαν σοβαρές πλημμύρες, όχι μία αλλά δύο φορές φέτος τον Σεπτέμβριο. «Ήμασταν τυχεροί που δεν θρηνήσαμε θύματα στη διάρκεια της δεύτερης κακοκαιρίας (Elias), καθώς η πρώτη (Daniel) κατέστρεψε ολοσχερώς το δίκτυο των αισθητήρων έγκαιρης προειδοποίησης» αναφέρει ο Χάρης Καλλιάρας, σύμβουλος του δημάρχου Τρικάλων, της πόλης των περίπου 80.000 κατοίκων στη βορειοδυτική Θεσσαλία.

Οι κακοκαιρίες κατέστρεψαν 150 σπίτια και προκάλεσαν σοβαρές ζημιές σε πάνω από 1.000 στο κέντρο της πόλης και στα κοντινά χωριά. Μετά τη δεύτερη κακοκαιρία, η ζωή στην πόλη που ιδρύθηκε πριν από 3.000 χρόνια σταμάτησε για τρεις ημέρες, καθώς οι αρχές διέταξαν τους κατοίκους να παραμείνουν στα σπίτια τους και επιθεώρησαν την ασφάλεια των 12 γεφυρών της πόλης κατά μήκος του Ληθαίου ποταμού. Το κόστος για την περιοχή, η οποία είναι γνωστή ως ο σιτοβολώνας της Ελλάδας, καθώς και ως η γενέτειρα των ηρώων της μυθολογίας Αχιλλέα και Ιάσονα και το σπίτι των Κενταύρων και των Μυρμιδόνων, ακόμη αποτιμάται, ήδη όμως υπολογίζεται ότι θα ανέλθει σε δισεκατομμύρια.

Δεν είναι η πρώτη φορά που η Θεσσαλία πλήττεται από πλημμύρες. Τα μεγάλης κλίμακας κατασκευαστικά έργα για τη διευθέτηση κοιτών ποταμών με την κατασκευή επιχωμάτων και αναχωμάτων από σκυρόδεμα ξεκίνησαν τη δεκαετία του 1930 και οι τεράστιες αλλαγές στο τοπίο συνεχίστηκαν μέχρι τη δεκαετία του 1970 με την ανάκτηση γης. Σήμερα, ωστόσο, εξαιτίας της κραυγαλέας αποτυχίας αυτών των προσεγγίσεων για την προστασία από τα ολοένα και συχνότερα ακραία καιρικά φαινόμενα, για τα οποία οι επιστήμονες και η κυβέρνηση της Ελλάδας κατηγορούν την κλιματική αλλαγή, η περιφέρεια προβαίνει στην εξέταση μιας πολύ διαφορετικής προσέγγισης που συνίσταται στην αφαίρεση του σκυροδέματος και στην εξασφάλιση ότι η φύση θα κάνει τη δουλειά της.

«Θυμάμαι ότι πριν από 40 χρόνια υπήρχαν κοντά στο ποτάμι λεκάνες για τα πλημμυρικά ύδατα» λέει ο κ. Καλλιάρας. «Από τότε, ωστόσο, η προσέγγιση που ακολουθήθηκε ήταν να περιοριστεί το ποτάμι και απλώς να εμποδιστούν οι φυσικές δίοδοι εκτόνωσης που χρησιμοποιούσε σε περίπτωση πλημμύρας, χωρίς να ξεχνάμε ότι υπάρχουν πολλά κτίρια κοντά στο ποτάμι. Αν αυτές οι φυσικές λεκάνες υπήρχαν ακόμη, είναι προφανές ότι οι ζημιές που έχει υποστεί η πόλη θα ήταν λιγότερο σοβαρές.»

Αυτή η φυσική προσέγγιση αποτελεί τη σύσταση μιας μελέτης που χρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και διενεργήθηκε από το ίδρυμα Global Infrastructure Basel και το WWF Ελλάς, η οποία βρίσκεται στο επίκεντρο των συζητήσεων με τους ενδιαφερόμενους φορείς το 2023.

«Σε ό,τι κάνουμε, η φύση πρέπει να είναι σύμμαχός μας και όχι αντίπαλός μας» δηλώνει η Αιμιλία Πιστρίκα, ανώτερη μηχανικός υδάτων στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. «Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στο πλαίσιο του μετριασμού των πλημμυρών, όπου οι λύσεις που βασίζονται στη φύση μπορεί να χρειαστούν χρόνο για να έχουν αποτέλεσμα, αλλά σίγουρα θα βοηθήσουν. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο επιδιώκουμε όλο και περισσότερο να συμπεριλαμβάνουμε και να αυξάνουμε τέτοιου είδους λύσεις στα έργα διαχείρισης υδάτων, και δεν αναφέρομαι καν στα άλλα μεγάλα οφέλη τους για το περιβάλλον και τη βιοποικιλότητα.»

Η μελέτη προωθεί την υιοθέτηση λύσεων βασισμένων στη φύση στην Ελλάδα

Σύμφωνα με την πιλοτική μελέτη, οι προσεγγίσεις που βασίζονται στη φύση για τη διαχείριση των πλημμυρών στην περιοχή, όπως η διεύρυνση των ποταμών και η σύνδεσή τους με τις πλημμυρικές πεδιάδες τους, η δημιουργία παρόχθιων δασών και η αφαίρεση ανθρωπογενών δομών που έχουν κατασκευαστεί για τον έλεγχο ή την παρεμπόδιση της ροής των ποταμών, θα ήταν πολύ πιο αποτελεσματικές από ό,τι προσεγγίσεις που βασίζονται σε νέες ή ανακαινισμένες «γκρίζες» υποδομές αντιπλημμυρικής προστασίας, όπως τα αναχώματα.

Επιπλέον, η πρωτοποριακή έρευνα που διενεργήθηκε από το κέντρο Nature-Based Infrastructure Global Resource Centre και το ινστιτούτο International Institute for Sustainable Development και δημοσιεύθηκε τον Μάιο του 2023, ποσοτικοποιεί και συγκρίνει τα οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά οφέλη των προσεγγίσεων που αφορούν γκρίζες, πράσινες και υβριδικές υποδομές στην περιοχή. Η έρευνα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο λόγος οφέλους προς κόστος της επιλογής που βασίζεται στη φύση ήταν μακροπρόθεσμα (25 έτη) πολύ υψηλότερος (2,9) σε σχέση με τον αντίστοιχο λόγο είτε της υβριδικής (2,4) είτε της παραδοσιακής προσέγγισης που αφορά τις γκρίζες υποδομές (1,5).

Σημειωτέον, τα στοιχεία αυτά δεν περιλαμβάνουν καν τις αποφευχθείσες ζημιές από πλημμύρες ή τα πιθανά πρόσθετα οικονομικά οφέλη, όπως τα έσοδα από τον οικοτουρισμό, τα οποία στο σύνολό τους θα ήταν σημαντικά.

Εξετάστηκαν διάφορα άλλα οφέλη της προσέγγισης που βασίζεται στη φύση, όπως η αύξηση της γεωργικής παραγωγής και η αποφυγή εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Σύμφωνα με την έκθεση, και μόνο η αξία αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα της εν λόγω προσέγγισης, η οποία εκτιμάται σε 12,8 εκατ. ευρώ, θα ήταν μεγαλύτερη από το κόστος εφαρμογής της (6,8 εκατ. ευρώ) και από την υβριδική προσέγγιση (9,3 εκατ. ευρώ).



>@IET
© IET

Harry Kalliaras, advisor to the mayor of Trikala

Οι λύσεις που βασίζονται στη φύση απαιτούν χρόνο

Οι προσεγγίσεις που βασίζονται στη φύση για τον μετριασμό των πλημμυρών προσφέρουν σημαντικά οφέλη στο περιβάλλον και δημιουργούν ευκαιρίες αναδημιουργίας. Η φύτευση τοπικών ειδών φυτών και δέντρων στις όχθες των ποταμών και ακόμη και η απλή απομάκρυνση φραγμάτων, όπως παρωχημένων υπερχειλιστών και θυροφραγμάτων, αυξάνουν τη βιοποικιλότητα, καθώς και την κίνηση ιζημάτων και την ποιότητα των υδάτων.

Ωστόσο, οι προσεγγίσεις που βασίζονται στη φύση για τον μετριασμό των πλημμυρών αντιμετωπίζουν ορισμένες προκλήσεις. Μια από τις μεγαλύτερες αφορά την ευαισθητοποίηση των τοπικών αρχών και των ενδιαφερόμενων φορέων σε σχέση με τα οφέλη, καθώς αυτοί είναι πιο εξοικειωμένοι με τις παραδοσιακές προσεγγίσεις οι οποίες βασίζονται στις γκρίζες υποδομές. «Η όλη διαδικασία απαιτεί χρόνο» λέει η Catherine McSweeney, η οποία εργάζεται στο τμήμα κοινωνίας των πολιτών της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων. «Εδώ και δύο χρόνια διοργανώνουμε εκδηλώσεις και συναντήσεις προβολής με τις αρχές και τους ενδιαφερόμενους φορείς. Αλλά έχουμε μάθει πολλά για αυτό το έργο και πιστεύουμε ότι έχουμε αναπτύξει μια προσέγγιση που μπορεί να επιταχυνθεί, να κλιμακωθεί και να αναπαραχθεί αλλού.»

Η άλλη πρόκληση είναι απόρροια της αλλαγής στη χρήση γης που απαιτείται στο πλαίσιο των προσεγγίσεων που βασίζονται στη φύση. «Όταν μιλάμε για προσεγγίσεις βασισμένες στη φύση, όπως η αποκατάσταση πλημμυρικών πεδιάδων σε μια περιοχή όπως αυτή, εννοούμε να δώσουμε χώρο στο ποτάμι, να αλλάξουμε τη χρήση γης από γεωργική σε δασική και σε χρήση για τη διαμόρφωση πλημμυρικών πεδιάδων» λέει ο Θάνος Γιαννακάκης, συντονιστής δράσεων για λύσεις βασισμένες στη φύση στη WWF Ελλάς. «Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να διερευνήσουμε και να εφεύρουμε ένα νέο οικονομικό μοντέλο για την περιοχή».

«Υπάρχουν βασικά δύο επιλογές» εξηγεί ο κ. Γιαννακάκης. «Μπορούμε είτε να αγοράσουμε τη γη, κάτι που μπορεί να συνεπάγεται υψηλό κόστος, είτε να βρούμε έναν άλλο τρόπο για να γίνουν οι αγρότες μέρος της λύσης.»

Η κοινή γεωργική πολιτική της ΕΕ, τα δύο ταμεία της οποίας διαθέτουν πάνω από 386 δισ. ευρώ προς εκταμίευση στη διάρκεια του μακροπρόθεσμου προϋπολογισμού της ΕΕ για την περίοδο 2021-2027, θα μπορούσε να προσφέρει μια λύση. Η κοινή γεωργική πολιτική «παρέχει στους αγρότες τη δυνατότητα να λαμβάνουν αποζημίωση δανείζοντας τις εκτάσεις τους και αλλάζοντας τη χρήση τους από γεωργική σε χρήση γης για την αποκατάσταση της φύσης» αναφέρει ο κ. Γιαννακάκης. «Διερευνούμε καινοτόμα εργαλεία όπως αυτό, τα οποία θα μπορούσαν να γίνουν πιο αποδεκτά από τους αγρότες σε σχέση με άλλες λύσεις όπως η απαλλοτρίωση.»

Ήρθε η ώρα στην Ελλάδα να υιοθετηθούν λύσεις βασισμένες στη φύση

Οι φετινές πλημμύρες θα μπορούσαν να αποτελέσουν κρίσιμο σημείο καμπής στην προσέγγιση που υιοθετεί η περιφέρεια όσον αφορά τον σχεδιασμό για τον μετριασμό των πλημμυρών.

«Πριν από τις τελευταίες πλημμύρες, οι αρχές και οι ενδιαφερόμενοι φορείς με τους οποίους συνομιλούσαμε άκουγαν και άρχιζαν να αντιλαμβάνονται τη διαφορά που θα μπορούσαν να επιφέρουν οι προσεγγίσεις που βασίζονται στη φύση» λέει ο Juraj Jurik, διευθυντής υποδομών και φύσης στο ίδρυμα Global Infrastructure Basel. «Θεωρώ ότι πλέον μπορούν πραγματικά να δουν πόσο διαφορετικά θα μπορούσαν να είχαν εξελιχθεί τα πράγματα και πόσο μικρότερη θα μπορούσε να είναι η ζημία. Είναι πολύ σημαντικό να μάθουμε από τα λάθη του παρελθόντος και να προσπαθήσουμε για μια καλύτερη ανοικοδόμηση αυτή τη φορά.